Η εικόνα των ταξιδιωτικών συνηθειών των Ελλήνων αλλάζει και οι τελευταίοι μήνες το επιβεβαιώνουν. Μετά από μια μακρά περίοδο περιορισμών και συγκρατημένης κατανάλωσης, η διάθεση για ταξίδια στο εξωτερικό ενισχύεται ξανά και αυτό αποτυπώνεται στις δαπάνες που πλέον κινούνται σε υψηλά επίπεδα.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι το πρώτο εξάμηνο του 2025 οι Έλληνες δαπάνησαν πολύ περισσότερα χρήματα σε ταξίδια εκτός συνόρων σε σχέση με την περσινή χρονιά, τάση που έρχεται να συμπληρώσει τις παρατηρήσεις του ΙΝΣΕΤΕ για την αλλαγή στους προορισμούς, τη διάρκεια και το προφίλ αυτών των ταξιδιών. Οι Έλληνες ταξιδιώτες ακολουθούν νέα μοτίβα κατανάλωσης, συντομότερα αλλά ακριβότερα ταξίδια, με έμφαση σε προορισμούς υψηλότερου κόστους στην καρδιά της Ευρώπης.
Συγκεκριμένα, οι δαπάνες για ταξίδια στο εξωτερικό αυξήθηκαν κατά 24% σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2024. Το ποσό που δαπανήθηκε ανήλθε σε 1,67 δισ. ευρώ από 1,34 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, ενώ μόνο τον Ιούνιο καταγράφηκε δαπάνη 321,8 εκατ. ευρώ, έναντι 244,8 εκατ. ευρώ τον ίδιο μήνα πέρυσι, αύξηση της τάξης του 31%. Τα στοιχεία αυτά συνδέονται με την ισχυρή ανοδική πορεία που είχε ήδη αποτυπωθεί το 2024, όταν οι συνολικές δαπάνες των Ελλήνων για ταξίδια στο εξωτερικό είχαν φτάσει τα 2,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 15% σε σχέση με το 2023.
Η μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ για την εξερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση την περίοδο 2023-2024 υπογραμμίζει ότι η δαπάνη έχει ξεπεράσει τα προ πανδημίας επίπεδα, ακόμη κι αν ο συνολικός αριθμός των ταξιδιών δεν έχει φτάσει πλήρως στην εικόνα του 2019. Οι αναχωρήσεις αυξήθηκαν κατά 8% σε ετήσια βάση το 2024, φτάνοντας τα 6,7 εκατομμύρια, ωστόσο οι διανυκτερεύσεις εμφάνισαν μικρή κάμψη στο -1%, γεγονός που παραπέμπει σε πιο σύντομα ταξίδια με υψηλότερη δαπάνη ανά διαμονή.
Οι προτιμήσεις των Ελλήνων ταξιδιωτών αποτυπώνουν τη μετατόπιση προς προορισμούς υψηλής τουριστικής δαπάνης. Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο κατέγραψαν σημαντική αύξηση μεριδίου, ενώ ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η άνοδος της Ολλανδίας με 25% περισσότερες αναχωρήσεις και 30% περισσότερες δαπάνες. Στη Γερμανία οι αναχωρήσεις αυξήθηκαν κατά 21% και οι δαπάνες κατά 24%, στο Ηνωμένο Βασίλειο σημειώθηκε αύξηση 6% και 20% αντίστοιχα, ενώ η Γαλλία ενισχύθηκε κατά 22% στις αναχωρήσεις και 16% στις δαπάνες. Ακόμη και πιο «παραδοσιακοί» προορισμοί, όπως η Ιταλία, κατέγραψαν άνοδο, με 7% στις αναχωρήσεις και 15% στις δαπάνες. Στις χώρες με δυναμική παρουσία καταγράφονται, επίσης, η Τσεχία, η Αυστρία και η Πολωνία, όπου η άνοδος στις δαπάνες ξεπέρασε το 25%, με την Πολωνία να φτάνει το εντυπωσιακό 47%.
Τα στοιχεία αυτά συνδέονται με το ευρύτερο προφίλ των ταξιδιών. Η μέση κατά κεφαλή δαπάνη αυξήθηκε το 2024 στα 420 ευρώ από 393 ευρώ το 2023, ενώ η δαπάνη ανά διανυκτέρευση εκτινάχθηκε κατά 16,8%, φτάνοντας τα 81 ευρώ. Αντιθέτως, η μέση διάρκεια παραμονής μειώθηκε σε 5,2 διανυκτερεύσεις από 5,6 την προηγούμενη χρονιά, δείχνοντας ότι οι Έλληνες επιλέγουν μεν ταξίδια μικρότερης διάρκειας, αλλά πιο δαπανηρά σε καθημερινή βάση. Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ξεκάθαρη αν συγκριθεί με το 2019, όταν η δαπάνη ανά διανυκτέρευση ήταν 61 ευρώ και η μέση παραμονή 5,7 διανυκτερεύσεις.
Αναφορικά με τις γεωγραφικές ζώνες, οι χώρες της ευρωζώνης ενισχύθηκαν κατά 15% στις αναχωρήσεις και 19% στις δαπάνες, φτάνοντας τα 1,39 δισ. ευρώ, ενώ οι χώρες της Ε.Ε. εκτός ζώνης ευρώ εμφάνισαν μείωση 4% στις αναχωρήσεις, αλλά αύξηση 10% στις δαπάνες, στα 298 εκατ. ευρώ. Οι λοιπές χώρες κατέγραψαν άνοδο 7% στις αναχωρήσεις και 12% στις δαπάνες, στα 1,1 δισ. ευρώ. Στην κορυφή της μέσης δαπάνης βρίσκονται οι ΗΠΑ με 1.180 ευρώ ανά ταξίδι, ακολουθεί η Ρωσία με 845 ευρώ και το Ηνωμένο Βασίλειο με 693 ευρώ.
Η μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ επισημαίνει, επίσης, ότι οι Έλληνες ταξιδιώτες εγκαταλείπουν σταδιακά τις επιλογές διακοπών με διαμονή σε φίλους και συγγενείς, που συνδέονται με μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής, αλλά χαμηλότερη δαπάνη, και στρέφονται σε οργανωμένα ταξίδια παραθερισμού και city breaks, τα οποία ανεβάζουν τη μέση κατά κεφαλή δαπάνη. Σε αντίθεση με τον εισερχόμενο τουρισμό, όπου το 80% της κίνησης συγκεντρώνεται στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του έτους, ο εξερχόμενος τουρισμός κατανέμεται σχεδόν ισόρροπα σε όλα τα τρίμηνα, κάτι που δείχνει ότι οι Έλληνες αξιοποιούν πλέον διαφορετικές εποχές του χρόνου για ταξίδια.
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι Έλληνες έχουν επανέλθει δυναμικά στο διεθνές ταξιδιωτικό σκηνικό, αλλά με νέα χαρακτηριστικά. Επιλέγουν λιγότερες ημέρες διακοπών, όμως δαπανούν περισσότερα, στρέφονται σε πιο ακριβούς προορισμούς και ανεβάζουν τον πήχη της μέσης τουριστικής δαπάνης. Αυτό όχι μόνο φανερώνει την αλλαγή των συνηθειών τους, αλλά και την αναδιαμόρφωση του ίδιου του τουριστικού χάρτη για τις ελληνικές οικογένειες και τα νοικοκυριά.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.