17 Σεπ 2025
READING

Η γεωπολιτική διάσταση των λιμανιών και η θέση του Πειραιά

5 MIN READ

Η γεωπολιτική διάσταση των λιμανιών και η θέση του Πειραιά

Η γεωπολιτική διάσταση των λιμανιών και η θέση του Πειραιά

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει να επαναχαράξει τον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη, βάζοντας στο επίκεντρο την κινεζική παρουσία σε στρατηγικά λιμάνια ανά τον κόσμο.

Σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ του Reuters, η Ουάσιγκτον επεξεργάζεται ένα εκτεταμένο σχέδιο στον τομέα της ναυτιλίας, με στόχο να περιορίσει την κινεζική επιρροή και να ενισχύσει τον έλεγχο σε κομβικούς τερματικούς σταθμούς. Το δημοσίευμα το χαρακτηρίζει ως την πιο φιλόδοξη πρωτοβουλία που έχει επιχειρηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, γεγονός που αναδεικνύει το εύρος της προσπάθειας. Ο Πειραιάς συγκαταλέγεται ανάμεσα στα λιμάνια που εξετάζονται, καθιστώντας την Ελλάδα μέρος ενός ευρύτερου γεωπολιτικού πλαισίου.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούν ότι το δίκτυο λιμένων που έχει δημιουργήσει το Πεκίνο, μέσω της COSCO και άλλων κρατικών εταιρειών, λειτουργεί όχι μόνο ως οικονομικό εργαλείο, αλλά και ως στρατηγικό πλεονέκτημα. Σύμφωνα με το Council on Foreign Relations, μέχρι τον Αύγουστο του 2024 η Κίνα είχε εμπλακεί σε 129 έργα λιμένων παγκοσμίως, επεκτείνοντας την παρουσία της από την Ασία έως την Ευρώπη, την Αφρική και την Καραϊβική. Η αμερικανική ανάγνωση βλέπει σε αυτή τη διείσδυση όχι μόνο εμπορικά οφέλη, αλλά και τη δυνατότητα στρατιωτικής αξιοποίησης σε περίπτωση γεωπολιτικής κρίσης, είτε μέσω ελέγχου αλυσίδων εφοδιασμού είτε μέσω υποδομών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για κατασκοπεία.

Ο Πειραιάς αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Με την COSCO να κατέχει το 67% του ΟΛΠ και να έχει επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε αναβαθμίσεις, το λιμάνι έχει εξελιχθεί σε μία από τις πιο δραστήριες πύλες εμπορίου στη Μεσόγειο. Η ανάπτυξη αυτή ενίσχυσε τις διαμετακομιστικές ροές, δημιούργησε νέες θέσεις εργασίας και ανέβασε τη στρατηγική αξία του λιμανιού για την ελληνική οικονομία. Ωστόσο, η ίδια επιτυχία αποτελεί λόγο ανησυχίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Πεντάγωνο έχει ήδη εντάξει την COSCO σε λίστα εταιρειών με διασυνδέσεις με τον κινεζικό στρατό, κίνηση που δεν συνεπάγεται αυτόματα κυρώσεις, αλλά στέλνει ισχυρό μήνυμα. Για την Αθήνα, η υπόθεση είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς η χώρα απολαμβάνει τα οφέλη της κινεζικής επένδυσης, αλλά υπάρχει ενδεχόμενο να βρεθεί στη δίνη ενός ανταγωνισμού ΗΠΑ–Κίνας που υπερβαίνει τα στενά εθνικά συμφέροντα.

Σύμφωνα με το Reuters, η Ουάσιγκτον εξετάζει ποικιλία εργαλείων για να περιορίσει την κινεζική επιρροή. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η στήριξη δυτικών εταιρειών ώστε να αποκτήσουν μερίδια σε λιμάνια όπου η Κίνα έχει ισχυρή παρουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόταση της BlackRock να εξαγοράσει τα λιμενικά περιουσιακά στοιχεία της CK Hutchison σε 23 χώρες, ανάμεσά τους και περιοχές κομβικής σημασίας κοντά στη Διώρυγα του Παναμά. Παράλληλα, εξετάζονται μέτρα για την ενίσχυση της αμερικανικής ναυτιλιακής παρουσίας, όπως η αναβίωση της ναυπηγικής βιομηχανίας που έχει μαραζώσει τις τελευταίες δεκαετίες, η διεύρυνση των νηολογίων υπό αμερικανική σημαία και ακόμη η πιθανότητα επιβολής τελών σε κινεζικά πλοία που καταπλέουν σε αμερικανικά λιμάνια. Αναλυτές παρομοιάζουν την πρωτοβουλία με την πολιτική του Ρίτσαρντ Νίξον τη δεκαετία του 1970, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδίωξαν να ενισχύσουν τη ναυτιλιακή τους ισχύ. Η σύγκριση ωστόσο αναδεικνύει και τις διαφορές, καθώς σήμερα η κινεζική ναυπηγική βιομηχανία θεωρείται περίπου 230 φορές μεγαλύτερη από την αμερικανική, δημιουργώντας μια τεράστια ασυμμετρία που δύσκολα μπορεί να καλυφθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Το Πεκίνο απέρριψε κατηγορηματικά τις αμερικανικές αιτιάσεις, υποστηρίζοντας ότι οι επενδύσεις του σε λιμάνια είναι νόμιμες, διαφανείς και αποσκοπούν στην ανάπτυξη και τη διεθνή συνεργασία. Εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον έκανε λόγο για «παράνομες κυρώσεις» και «οικονομικό εκβιασμό», κατηγορώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες για ηγεμονική συμπεριφορά. Στην ίδια κατεύθυνση, το Development Research Center της κινεζικής κυβέρνησης υποστήριξε ότι η Ουάσιγκτον διογκώνει εσκεμμένα τη «θεωρία της κινεζικής απειλής» προκειμένου να πιέσει τους συμμάχους της να ευθυγραμμιστούν με την αμερικανική στρατηγική στις αλυσίδες εφοδιασμού.

Η αμερικανική προσοχή δεν περιορίζεται στον Πειραιά. Στη Μεσόγειο, ανησυχία προκαλεί η κινεζική παρουσία σε ισπανικά λιμάνια, όπως η Βαλένθια και το Μπιλμπάο, όπου η COSCO διαχειρίζεται τερματικούς σταθμούς. Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ναυτιλίας των ΗΠΑ έχει ήδη ξεκινήσει ανασκοπήσεις σε κρίσιμα θαλάσσια περάσματα, όπως το Γιβραλτάρ, ώστε να εντοπιστούν πιθανές αδυναμίες. Στην Καραϊβική, το λιμάνι του Κίνγκστον στην Τζαμάικα θεωρείται εξαιρετικά σημαντικό για τα αμερικανικά συμφέροντα, καθώς λειτουργεί ως μεγάλο κέντρο μεταφόρτωσης. Εκεί η China Merchants έχει μερίδιο στον τερματικό σταθμό σε συνεργασία με τη γαλλική CMA CGM, εξέλιξη που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην Ουάσιγκτον. Πολιτικά πρόσωπα, όπως ο γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο, μιλούν για «αρπακτική στρατηγική» της Κίνας, που αξιοποιεί κρατικές επιδοτήσεις για να υποτιμά τον ανταγωνισμό και να αποκτά στρατηγικά περιουσιακά στοιχεία.

Για την Ελλάδα, το δίλημμα είναι σαφές. Από τη μία, η συνεργασία με την COSCO έχει αναβαθμίσει τον Πειραιά και έχει εδραιώσει τη θέση του ως διεθνούς διαμετακομιστικού κόμβου. Από την άλλη, η ανάδειξή του σε σημείο αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη δημιουργεί ασφυκτικές πιέσεις. Ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, η Αθήνα δεν μπορεί να αγνοήσει τις αμερικανικές ανησυχίες, αλλά την ίδια στιγμή έχει κάθε λόγο να διατηρήσει μια λειτουργική σχέση με την Κίνα, που παραμένει σημαντικός εμπορικός εταίρος και επενδυτής. Η ισορροπία ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατευθύνσεις δεν είναι εύκολη και θα απαιτήσει προσεκτικούς χειρισμούς.

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν βραχυπρόθεσμα να ενισχύουν τις συμμαχίες τους και να στηρίζουν εναλλακτικές επενδύσεις ώστε να περιορίσουν την κινεζική παρουσία σε κομβικά λιμάνια. Το κρίσιμο ερώτημα για χώρες όπως η Ελλάδα είναι κατά πόσο μπορούν να διατηρήσουν τα οφέλη που αποκομίζουν από την κινεζική επένδυση, χωρίς να βρεθούν εκτεθειμένες στον κίνδυνο ενός νέου ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού που εκτυλίσσεται πλέον όχι μόνο σε στρατιωτικό και τεχνολογικό πεδίο, αλλά και στις θαλάσσιες οδούς του παγκόσμιου εμπορίου.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.