Ο στόχος της επιμήκυνσης της τουριστικής σεζόν βρίσκεται εδώ και χρόνια στο επίκεντρο της συζήτησης για το μέλλον του ελληνικού τουρισμού. Η χώρα εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους δύο μήνες μεγάλης τουριστικής κίνησης, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, γεγονός που δημιουργεί ανισορροπία τόσο στα έσοδα όσο και στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Η ανάγκη για πιο σταθερή ροή επισκεπτών, καλύτερη αξιοποίηση των υποδομών και διασφάλιση εισοδήματος για τις τοπικές κοινωνίες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, έχει καταστήσει την παράταση της σεζόν όχι μόνο επιθυμία, αλλά στρατηγική προτεραιότητα.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η SKY express εγκαινίασε απευθείας δρομολόγια Παρίσι – Ηράκλειο που θα συνεχιστούν και τον Νοέμβριο, δείχνοντας ότι υπάρχει ζήτηση για ταξίδια στην Κρήτη πέρα από το καλοκαίρι. Ο όμιλος TUI σχεδιάζει να διατηρήσει μονάδες σε ελληνικούς προορισμούς ανοικτές μέχρι και τον Νοέμβριο, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις εξετάζεται λειτουργία μέχρι τον Ιανουάριο. Παράλληλα, οι αεροπορικές συνδέσεις της χώρας με βασικές αγορές του εξωτερικού επεκτείνονται σταδιακά και σε μήνες όπως ο Μάρτιος, ο Απρίλιος και ο Οκτώβριος, γεγονός που προσφέρει τη βάση για να στηριχθεί ένας πιο σταθερός ρυθμός αφίξεων.
Ο σχεδιασμός του Υπουργείου Τουρισμού εστιάζει πλέον όχι μόνο στην επιμήκυνση της σεζόν, αλλά και στην ισόρροπη γεωγραφική κατανομή της τουριστικής δραστηριότητας. Στόχος είναι να μετακινηθεί η ζήτηση πέρα από τα μεγάλα νησιά και την Αττική, ώστε να επωφεληθούν περισσότερες περιοχές. Σε αυτό το πλαίσιο, ενθαρρύνεται η ανάπτυξη ειδικών μορφών τουρισμού που μπορούν να προσελκύσουν επισκέπτες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ο πολιτιστικός τουρισμός, με αξιοποίηση αρχαιολογικών χώρων και μουσείων, ο συνεδριακός τουρισμός που στηρίζεται σε νέες υποδομές, ο γαστρονομικός τουρισμός και ο τουρισμός ευεξίας που συνδέεται με spa και ιαματικές πηγές, συνθέτουν μια εναλλακτική πρόταση που διαφοροποιεί το προϊόν της χώρας και μειώνει την εξάρτηση από το κλασικό μοντέλο του ήλιου και της θάλασσας.
Οι διεθνείς τάσεις δείχνουν να ευνοούν αυτή την κατεύθυνση, καθώς μελέτες καταγράφουν ότι όλο και περισσότεροι ταξιδιώτες προτιμούν να ταξιδεύουν εκτός της θερινής περιόδου, αναζητώντας πιο ήπιες θερμοκρασίες, λιγότερο συνωστισμό και χαμηλότερο κόστος. Στη Μεσόγειο παρατηρείται σταδιακή αύξηση του μεριδίου των αφίξεων που πραγματοποιούνται την άνοιξη και το φθινόπωρο, ένδειξη ότι η ζήτηση μετατοπίζεται πέρα από τους παραδοσιακούς μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Η τάση αυτή αγγίζει και την Ελλάδα, με μεγάλους τουριστικούς οργανισμούς να προωθούν πακέτα εκτός καλοκαιρινής σεζόν, αξιοποιώντας τις επιπλέον αεροπορικές συνδέσεις και τις συνεργασίες με ξενοδοχεία που παραμένουν ανοικτά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Η επιμήκυνση της σεζόν συνδέεται στενά και με την ανάπτυξη των αεροπορικών δικτύων. Οι νέες γραμμές που ανοίγουν τα ελληνικά αεροδρόμια, είτε πρόκειται για την Αθήνα είτε για τα περιφερειακά, δίνουν τη δυνατότητα σε περισσότερους ταξιδιώτες να επισκέπτονται τη χώρα πέρα από τους μήνες αιχμής. Όσο περισσότερες εταιρείες, παραδοσιακές και χαμηλού κόστους, επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους και πέραν του καλοκαιριού, τόσο πιο ρεαλιστικός γίνεται ο στόχος για έναν τουρισμό που δεν θα στηρίζεται αποκλειστικά στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου.
Παρά τη θετική δυναμική, οι προκλήσεις για την επιμήκυνση της σεζόν παραμένουν μεγάλες. Πολλά ξενοδοχεία συνεχίζουν να λειτουργούν μόνο για λίγους μήνες, καθώς το κόστος διατήρησής τους σε λειτουργία σε περιόδους χαμηλής ζήτησης, με δαπάνες σε ενέργεια, μισθοδοσία και συντήρηση, συχνά να ξεπερνά τα έσοδα που μπορούν να αποκομίσουν. Στο πρόβλημα αυτό προστίθεται και η δυσκολία εύρεσης προσωπικού που θα εργάζεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, κάτι που περιορίζει την προοπτική ενός σταθερού μοντέλου λειτουργίας. Η εποχικότητα δεν επηρεάζει μόνο τις επιχειρήσεις, αλλά και τις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες χάνουν σταθερές θέσεις εργασίας και εισόδημα όταν η τουριστική δραστηριότητα παύει μετά το καλοκαίρι. Η εικόνα πάντως δεν είναι ομοιόμορφη σε όλη τη χώρα. Προορισμοί όπως η Κρήτη, η Ρόδος και η Αθήνα διαθέτουν υποδομές και δυναμική που τους επιτρέπουν να προσελκύουν επισκέπτες και εκτός θέρους, ενώ μικρότερα νησιά εξακολουθούν να εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τη θερινή ζήτηση, γεγονός που τα καθιστά πιο ευάλωτα σε διακυμάνσεις.
Η παράταση της τουριστικής περιόδου δεν είναι μόνο οικονομικός στόχος, αλλά και κοινωνική αναγκαιότητα. Μια πιο ομαλή κατανομή της τουριστικής δραστηριότητας θα εξασφάλιζε πιο σταθερά εισοδήματα για τις τοπικές κοινωνίες, καλύτερη χρήση των υφιστάμενων υποδομών και μικρότερη περιβαλλοντική πίεση στους μήνες αιχμής. Για να γίνει αυτό πράξη, απαιτείται συνδυασμός πολιτικών κινήτρων, επενδύσεων σε ειδικές μορφές τουρισμού και στενότερης συνεργασίας με τις αεροπορικές εταιρείες και τους μεγάλους τουριστικούς οργανισμούς. Η πρόκληση είναι μεγάλη, αλλά τα οφέλη που θα αποφέρει μια πραγματικά διευρυμένη σεζόν καθιστούν τον στόχο αυτόν στρατηγικής σημασίας για το μέλλον του ελληνικού τουρισμού.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.