Η ελληνική αγορά, τα τελευταία χρόνια, έχει μια αδυναμία στα «κάν’ το μόνος σου» και στα value-for-money concepts που απλοποιούν τη ζωή στο σπίτι.
Αυτό το μείγμα πρακτικότητας και αισθητικής έφερε δύο σκανδιναβικούς παίκτες, την IKEA και τη JYSK, σε τροχιά συναγωνισμού και ανταγωνισμού στη χώρα μας.
Η πρώτη, σύμβολο του flat-pack πολιτισμού, ήρθε νωρίς, έστησε μεγάλα καταστήματα-προορισμούς και επένδυσε σε υποδομές που αλλάζουν την ελληνική εφοδιαστική αλυσίδα.
Η δεύτερη, πιο «ελαφριά» στη δομή, κάλυψε γρήγορα το χάρτη με μικρομεσαίες μονάδες, έπιασε τουριστικούς κόμβους, και μετά πέρασε από το sprint στον μαραθώνιο της στοχευμένης επέκτασης.
Σήμερα, με ώριμο ήδη το ελληνικό κοινό στη λογική του DIY και της οικονομικής αναβάθμισης της κατοικίας, η σύγκριση των δύο αλυσίδων φωτίζει διαφορετικές στρατηγικές για το ίδιο ζητούμενο. Της αυξημένης αξίας ανά τετραγωνικό.
IKEA: Μακρόχρονη παρουσία και ελληνικό αποτύπωμα υποδομών
Η σχέση της IKEA με την ελληνική αγορά ξεκινά τον Οκτώβριο του 2001, με το πρώτο κατάστημα να ανοίγει στις 24/10 και τα επίσημα εγκαίνια του πρώτου καταστήματος στην Αττική (στον χώρο του Αεροδρομίου) να ακολουθούν το 2004.
Έκτοτε, το δίκτυο διαμορφώθηκε σε έναν συνδυασμό μεγάλων «destination stores» και νεότερων, ευέλικτων formats που κατεβαίνουν πιο κοντά στον αστικό ιστό. Σήμερα λειτουργούν επτά καταστήματα IKEA σε Αεροδρόμιο, Κηφισό, Θεσσαλονίκη, Θεσσαλία, Ιωάννινα, Πάτρα και Ηράκλειο, τρία καταστήματα νέας γενιάς σε Πειραιά, Athens Metro Mall και Αλεξανδρούπολη, καθώς και τρία κέντρα παραγγελιών και παραλαβών σε Ρόδο, Χανιά και Καλαμάτα.
Η σταδιακή μετατροπή των περιφερειακών pick-up points σε κανονικά καταστήματα έχει μπει στην ημερήσια διάταξη, με τις πρώτες κατασκευές να ξεκινούν εντός του 2025.
Πίσω από το εμπορικό σήμα βρίσκεται ο όμιλος Φουρλή, ο αποκλειστικός δικαιοδόχος της IKEA στην Ελλάδα, με διαφοροποιημένες δραστηριότητες λιανικής (αθλητικά είδη, ευεξία) και ακίνητης περιουσίας.
Ωστόσο, για την ελληνική αγορά επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, το βάρος της IKEA είναι καθοριστικό, όχι μόνο εμπορικά, αλλά και σε επίπεδο επενδύσεων.
Το εμβληματικό έργο στο Ελληνικό
Εμβληματικό είναι το νέο retail park στο Ελληνικό, όπου η συνολική επένδυση φτάνει τα 75 εκατ. ευρώ (31 εκατ. για την αγορά του οικοπέδου και 44 εκατ. για τα κτιριακά), με το κατάστημα IKEA να εκτείνεται σε 12.000 τ.μ. μέσα σε έναν χώρο 28.500 τ.μ. GLA και πρόσθετο κατάστημα Intersport 2.000 τ.μ.
Το 60% των καταστημάτων του πάρκου θα διατεθεί σε τρίτους, ενώ ο στόχος λειτουργίας έχει τεθεί για το 2028. Σε πλήρη ωρίμανση, οι εκτιμήσεις θέλουν το συγκεκριμένο IKEA να παράγει περί τα 30 εκατ. ευρώ ετήσια έσοδα, προσθέτοντας έναν ακόμη σημείο-πόλο αναφοράς στο νότιο τόξο της Αθήνας.
Η μεγάλη επένδυση στον Ασπρόπυργο
Η στρατηγική δεν εξαντλείται στα σημεία λιανικής. Στα logistics, η «βαριά» επένδυση στον Ασπρόπυργο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα νέο περιφερειακό κέντρο διανομής της InterIKEA που αναπτύσσει η Trade Estates και θα διαχειρίζεται η Trade Logistics. Το έργο αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2025 και να τεθεί σε λειτουργία εντός του 2026, με ρόλο τροφοδότησης και γειτονικών χωρών.
Η κίνηση έχει διπλή ανάγνωση. Πρώτον, μειώνει τους χρόνους και τα κόστη στην εγχώρια αγορά, με σαφή οφέλη για τη διαθεσιμότητα και την εμπειρία πελάτη. Δεύτερον, αναβαθμίζει τη χώρα ως κόμβο διαμετακόμισης οικιακού εξοπλισμού στη ΝΑ Ευρώπη, κάτι που δεν μεταφράζεται μόνο σε πωλήσεις, αλλά και σε θέσεις εργασίας, τεχνογνωσία και ανθεκτικότητα της αλυσίδας εφοδιασμού.
Το νέο format των καταστημάτων
Παράλληλα, η IKEA αναδιαμορφώνει footprint και format. Το 2024 ολοκληρώθηκε η αναδιοργάνωση στο κατάστημα του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, ενώ πρόσφατα είδαμε και δύο ισχυρά ανοίγματα.
Τον Οκτώβριο του 2024 στην Πάτρα, κατάστημα 7.200 τ.μ. και στο Ηράκλειο τον Απρίλιο του 2025 κατάστημα 9.000 τ.μ. μέσα σε οργανωμένα εμπορικά πάρκα. Το επόμενο μεγάλο βήμα είναι τα «μικρά» ΙΚΕΑ 2.500–3.000 τ.μ., πιο κοντά στις πόλεις, που συμπληρώνουν τα μεγάλα καταστήματα-πύλες έμπνευσης.
Το πλάνο κάνει λόγο για δέκα νέα σημεία την περίοδο 2026-2028, με πρώτο παράδειγμα τη μετατροπή της Ρόδου από 500 τ.μ. σε κατάστημα 2.500 τ.μ. Το μήνυμα είναι σαφές: ο «γίγαντας» μαθαίνει να κινείται και με βραχύτερα βήματα, για να κερδίσει συχνότητα επίσκεψης και μερίδιο από τις καθημερινές, όχι μόνο τις «μεγάλες» αγορές.
Φυσικά, κανένας όμιλος δεν πορεύεται χωρίς αναταράξεις. Η κυβερνοεπίθεση του Νοεμβρίου 2024 δημιούργησε σημαντικό κόστος, περί τα 15 εκατ. στις πωλήσεις του 2024 και επιπλέον 5 εκατ. στις αρχές του 2025.
Σημαντικό όμως ήταν το γεγονός ότι η επιχειρησιακή επαναφορά ήρθε γρήγορα, με την εμπορική πολιτική της IKEA να δίνει έμφαση σε μειώσεις τιμών σε σημαντικό ποσοστό κωδικών, ενισχύοντας το value perception.
Σε επίπεδο ομίλου, παρά το γεγονός ότι η επένδυση στο Ελληνικό έχει πάει πίσω κατά ένα έτος, παραμένει ο στόχος για 750 εκατ. ευρώ κύκλο εργασιών το 2027 με 60 εκατ. ευρώ προσαρμοσμένο EBITDA. Ακόμα, για το 2025, προβλέπεται 600 εκατ. ευρώ κύκλος εργασιών και 38 εκατ. ευρώ προσαρμοσμένο EBITDA.
Το πιο ουσιαστικό πάντως για την ελληνική αγορά είναι ότι η IKEA μπαίνει σε φάση ανάπτυξης πολλαπλών ταχυτήτων με μεγάλες επενδύσεις υποδομής, νέα μεσαία καταστήματα, και συντήρηση των «ναυαρχίδων» που δημιουργούν μια άλλη εμπειρία στον καταναλωτή .
JYSK: Η ευέλικτη δύναμη που συμπλήρωσε 10 χρόνια στην Ελλάδα
Από την πλευρά της η JYSK βρίσκεται στην Ελλάδα από το 2015, καταφέρνοντας να κλείσει μια δεκαετία χωρίς αρνητική χρήση, με σταθερά ανοδική τροχιά και δυνατή ζήτηση στις βασικές κατηγορίες της.
Τα έπιπλα αποφέρουν περίπου το 40% του τζίρου της, γεγονός που επιβεβαιώνει την ικανότητά της να «διαβάζει» σωστά την ελληνική κατοικία.
Μικρομεσαίοι χώροι, συχνές μετακομίσεις, ανάγκη για οικονομικές αλλά ανθεκτικές λύσεις, και ιδιαίτερη ευαισθησία στην εποχικότητα.
Το δίκτυο αριθμεί σήμερα 68 καταστήματα και, σε αντίθεση με την πρώτη φάση όπου άνοιγαν 10–12 σημεία τον χρόνο, η στρατηγική έχει γυρίσει σε πιο στοχευμένα βήματα με βασική αρχή το «βρίσκουμε το σωστό σημείο, πληρούμε προδιαγραφές σε τετραγωνικά και αποθήκη, και τότε επενδύουμε».
Αυτό το «less is more» δεν σημαίνει στασιμότητα αλλά καλύτερη απόδοση ανά κατάστημα και βελτιστοποίηση της διασποράς.
Επενδύοντας σε τουριστικούς προορισμούς
Η JYSK κινήθηκε έξυπνα και στους τουριστικούς προορισμούς, φτιάχνοντας κρίσιμη μάζα στην Κρήτη (πέντε καταστήματα) και ισχυρές παρουσίες σε Ρόδο, Ζάκυνθο, Κέρκυρα, ενώ προστέθηκαν πρόσφατα Σύρος και Πάρος.
Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, ένα επιπλέον άνοιγμα σε ιδιαίτερα δημοφιλές νησί βρίσκεται στα σκαριά. Η νησιωτική στρατηγική στοχεύει μικρότερες αγορές με υψηλή εποχική ζήτηση, όπου η εγγύτητα μειώνει κόστος και χρόνο παράδοσης και ο τουρισμός λειτουργεί ως επιταχυντής.
Σε ανθρώπινο δυναμικό, η αλυσίδα απασχολεί πάνω από 500 εργαζόμενους στην Ελλάδα, με μέσο όρο γύρω στα 10 άτομα ανά κατάστημα.
Ακόμα, σε επίπεδο εφοδιαστικής, η μεγάλη αποθήκη στη Βουλγαρία τα τελευταία χρόνια αποσυμπίεσε το δίκτυο, μειώνοντας εξάρτηση από την Πολωνία και εξομαλύνοντας ροές.
Οι διεθνείς κινήσεις της JYSK -από την αποχώρηση από τη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία, έως τις νέες αγορές όπως η Τουρκία και το Μαρόκο, ή ακόμη και το franchise άνοιγμα στη Νότια Αμερική (Ουρουγουάη) – δείχνουν οργανισμό που δεν φοβάται να αναπροσαρμόσει, με διοικητική πειθαρχία στις εφοδιαστικές δυσκολίες και στους δασμούς.
Το αποτέλεσμα σε επίπεδο ομίλου μαρτυρά την επιτυχία της στρατηγικής καθώς σημειώθηκε αύξηση τζίρου 11,8% το οικονομικό έτος 2024–2025, στα 6,2 δισ. ευρώ, και νέο ρεκόρ 13,7 εκατ. νέων πελατών στις κατηγορίες ύπνου και διαβίωσης.
Το δύσκολο ελληνικό μονοπάτι
Μπορεί στη χώρα μας η JYSK να καταγράφει συνεχώς ανοδική πορεία, η ελληνική δεκαετία πάντως δεν ήταν σε καμία περίπτωση περίπατος.
Η αλυσίδα ήρθε στην Ελλάδα την περίοδο της οικονομικής κρίσης, βίωσε τα capital controls, την πανδημία και τα lockdowns.
Αν κάτι έμαθε όμως αυτό το διάστημα η JYSK είναι να λειτουργεί σε καθεστώς μόνιμης δοκιμασίας και αυτό σήμερα μοιάζει σχεδόν «business as usual».
Εξ ου και η στροφή σε μεγαλύτερη προσοχή στην επιλογή σημείων καθώς όταν ένα δίκτυο πιάνει μια ορισμένη πυκνότητα, η ποιότητα της θέσης και η ομοιομορφία λειτουργίας αποδίδουν περισσότερο από τη δίψα για νέο άνοιγμα.
Η αλυσίδα παραμένει ευέλικτη, με concept που απαιτεί μικρότερο CAPEX ανά σημείο σε σχέση με γίγαντες τύπου IKEA, και με γκάμα που «κουμπώνει» εύκολα στις καθημερινές ανάγκες νοικοκυριών, φοιτητών και επαγγελματιών βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Πού θα κριθεί η επόμενη μέρα
Η ελληνική αγορά σπιτιού βρίσκεται σε φάση «μικρής αναγέννησης» με ανακαινίσεις, αναβαθμίσεις Airbnb, ενεργειακές παρεμβάσεις και νέες κατοικίες μικρότερου αποτυπώματος.
Δύο διαφορετικοί δρόμοι με τον ίδιο προορισμό
Σε αυτό το σκηνικό, IKEA και JYSK δεν ανταγωνίζονται απλώς σε επίπεδο τιμών αλλά χτίζουν δύο δρόμους προς τον ίδιο προορισμό.
Η IKEA φτιάχνει υποδομές για να φέρει το μέλλον πιο κοντά με logistics hub, retail park, νέα μεσαία καταστήματα και κρατώντας ταυτόχρονα ζωντανή την εμπειρία του μεγάλου καταστήματος που «σε ταξιδεύει».
Η JYSK, από την άλλη, οργανώνει την καθημερινότητα του πελάτη με ένα δίκτυο κοντινό, προβλέψιμο και ευέλικτο, ιδιαίτερα εκεί όπου το καλοκαίρι αυξάνει την κατανάλωση και ο χρόνος παράδοσης είναι το «κλειδί».
Στο τέλος της ημέρας, ο καταναλωτής κερδίζει από τη «σκανδιναβική μονομαχία». Η πίεση για καλύτερη διαθεσιμότητα, πιο έξυπνα φορμάτ και χαμηλότερες τιμές θα παραμείνει υψηλή.
Αν κάτι θα κρίνει την επόμενη τριετία, αυτό θα είναι ο συνδυασμός αποθήκης και γειτονιάς. Πόσο γρήγορα μπορείς να φέρεις το προϊόν εκεί που ζει ο πελάτης και πόσο συχνά μπορείς να του δίνεις λόγο να επιστρέφει.
Σε αυτό το κριτήριο, η IKEA ανεβάζει ταχύτητα με υποδομές, η JYSK ποντάρει στην εγγύτητα και η Ελλάδα γίνεται, επιτέλους, μια αγορά όπου το DIY δεν είναι ανάγκη, αλλά συνειδητή επιλογή στιλ.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.