Ο παγκόσμιος συνεδριακός τουρισμός δείχνει ξεκάθαρα σημάδια δυναμικής επιστροφής. Μετά τα χρόνια της ύφεσης και των περιορισμών που έφερε η πανδημία, ο κλάδος ανακάμπτει σταθερά, τόσο σε αριθμό διοργανώσεων όσο και σε οικονομική σημασία.
Το 2024, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Διεθνούς Ένωσης Συνεδρίων και Συνεδριακών Κέντρων (ICCA), πραγματοποιήθηκαν περισσότερα από 11.000 διεθνή συνέδρια, αριθμός που πλησιάζει τα προ πανδημίας επίπεδα και επιβεβαιώνει ότι ο τομέας όχι μόνο έχει αντέξει, αλλά ενισχύεται.
Η οικονομική συμβολή των συνεδρίων είναι καθοριστική. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, το 2024 οι διεθνείς συνεδριακές διοργανώσεις παρήγαγαν περίπου 11,6 δισ. δολάρια σε άμεσο οικονομικό αντίκτυπο. Σε αυτό περιλαμβάνεται η τουριστική κατανάλωση, οι μεταφορές, η εστίαση, η διαμονή, αλλά και οι παράπλευρες υπηρεσίες όπως τεχνική υποστήριξη, διοργάνωση εκδηλώσεων και επαγγελματικές μεταφράσεις. Τα συνέδρια, επιπλέον, αποτελούν συχνά πύλη εισόδου για μελλοντικές συνεργασίες, ξένες επενδύσεις και επιστημονικές συμπράξεις, γεγονός που πολλαπλασιάζει το όφελος για τους διοργανωτές και τους οικοδεσπότες.
Στο μέτωπο των συμμετεχόντων, παρατηρείται στροφή προς συνέδρια μεσαίας κλίμακας — μεταξύ 150 και 999 συμμετεχόντων — τα οποία αποτέλεσαν πάνω από το 50% των διοργανώσεων παγκοσμίως. Αυτή η τάση ανοίγει ευκαιρίες για προορισμούς που μπορούν να υποστηρίξουν οργανωτικά τέτοια μεγέθη, χωρίς να απαιτούνται υπερδομές ή κοστοβόρα logistics. Είναι μια κατηγορία που ενδείκνυται για πολλές ευρωπαϊκές πόλεις – και ιδιαίτερα για χώρες όπως η Ελλάδα – που μπορούν να προσφέρουν συνδυαστικά υποδομές, εμπειρίες, και ανταγωνιστικές τιμές.
Τα συνέδρια που αφορούν τον τομέα της υγείας βρίσκονται στην κορυφή των θεματικών επιλογών, αποτελώντας περίπου το 17% των διοργανώσεων, ενώ ακολουθούν η τεχνολογία (14%) και οι φυσικές επιστήμες (13%). Οι τρεις αυτοί τομείς διαμορφώνουν τη νέα «ραχοκοκαλιά» του συνεδριακού χάρτη και λειτουργούν ως βαρόμετρο για τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις παγκοσμίως.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, η Ευρώπη συνεχίζει να διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι ευρωπαϊκές πόλεις εξακολουθούν να είναι ελκυστικές για διεθνείς διοργανώσεις, χάρη στη σταθερότητα, τις μεταφορικές συνδέσεις, την ποιότητα των υπηρεσιών και το ευρύ φάσμα επιλογών σε χώρους συνεδρίων. Η Ιταλία (635 συνέδρια), η Ισπανία (536), η Γερμανία (491) και το Ηνωμένο Βασίλειο (481) παραμένουν στις κορυφαίες θέσεις παγκοσμίως, αποδεικνύοντας ότι η ευρωπαϊκή εμπειρία στη φιλοξενία διεθνών διοργανώσεων διατηρείται ισχυρή.
Η Ελλάδα, αν και μικρότερη σε μέγεθος, καταφέρνει να συγκρατεί τη θέση της ανάμεσα στις 20 κορυφαίες χώρες διεθνώς. Συγκεκριμένα, το 2024 κατέλαβε την 18η θέση παγκοσμίως με 211 συνέδρια, σημειώνοντας μικρή υποχώρηση από τη 16η θέση του 2023. Αυτή η αλλαγή δεν προέρχεται από μείωση δραστηριότητας, αλλά από την πρόοδο άλλων χωρών, όπως ο Καναδάς, η Κίνα και η Νότια Κορέα, που βελτίωσαν θεαματικά τις δικές τους επιδόσεις. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η χώρα βρίσκεται στην 11η θέση, αμέσως μετά από παραδοσιακές δυνάμεις του χώρου.
Σε επίπεδο πόλεων, η Αθήνα είναι η αδιαμφισβήτητη πρωταγωνίστρια στην ελληνική αγορά. Η ελληνική πρωτεύουσα ανέβηκε στην 9η θέση παγκοσμίως και στην 7η στην Ευρώπη, με 111 διεθνή συνέδρια το 2024, σε σύγκριση με 88 το 2023, όταν βρισκόταν στη 15η θέση. Η άνοδος αυτή αντικατοπτρίζει την ουσιαστική προσπάθεια που έχει γίνει την τελευταία δεκαετία, με επενδύσεις σε συνεδριακές εγκαταστάσεις, στοχευμένη προβολή της πόλης, συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, αλλά και αξιοποίηση της φυσικής και πολιτιστικής ταυτότητας της Αθήνας, που αποτελεί πόλο έλξης για τους συμμετέχοντες.
Η Θεσσαλονίκη, δεύτερος βασικός συνεδριακός προορισμός της χώρας, φιλοξένησε 47 διεθνή συνέδρια το 2024 (από 45 το 2023), ωστόσο υποχώρησε ελαφρώς στην παγκόσμια κατάταξη, από την 42η στην 46η θέση και από την 26η στην 28η στην Ευρωπαϊκή λίστα. Η αύξηση του αριθμού συνεδρίων δείχνει ότι η πόλη παραμένει ενεργή, αλλά χρειάζεται ενίσχυση σε επίπεδο διεθνούς προβολής και συνεργειών για να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της.
Η γενικότερη εικόνα για την Ελλάδα είναι ενθαρρυντική. Παρά τον σκληρό ανταγωνισμό, η χώρα διατηρεί τη θέση της στον διεθνή συνεδριακό χάρτη, ενώ έχει περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης. Η γεωγραφική θέση, το κλίμα, ο πολιτισμός και η ποιότητα ζωής λειτουργούν υπέρ της. Παράλληλα, η ενίσχυση υποδομών, η επαγγελματική κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού και η στροφή προς θεματικά, επιστημονικά ή τεχνολογικά συνέδρια ενισχύουν τη δυναμική της.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.