Η ελληνική οικονομία δείχνει σημάδια σταθερότητας, με ρυθμό μεγέθυνσης που εκτιμάται στο 2,3% για το 2024. Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις λειτουργούν ως βασικοί μοχλοί ανάπτυξης, ενώ η δημόσια κατανάλωση καταγράφει αρνητική συμβολή. Παράλληλα, οι καθαρές εξαγωγές προσφέρουν περιορισμένη ώθηση, καθώς η αύξηση των εισαγωγών υπερκαλύπτει την άνοδο των εξαγωγών. Ωστόσο, πίσω από τους οικονομικούς δείκτες, αναδύονται δύο κρίσιμες προκλήσεις: η ραγδαία δημογραφική γήρανση και η εκτόξευση της φαρμακευτικής δαπάνης.
Πληθυσμιακή συρρίκνωση και γήρανση: Στα 8 εκατομμύρια οι Έλληνες το 2070
Τα τελευταία στοιχεία για τη δημογραφική εικόνα της χώρας που προκύπτουν από την έρευνα του ΙΟΒΕ σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος δείχνουν μια ανησυχητική τροχιά: ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί σταδιακά και να περιοριστεί στα 8 εκατομμύρια κατοίκους έως το 2070. Η κύρια αιτία είναι το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο – δηλαδή περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις – σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού.
Ήδη από το 2024, πάνω από το 23% του πληθυσμού είναι ηλικίας άνω των 65 ετών, ενώ έως το 2070 το ποσοστό αυτό θα ξεπεράσει το 33%. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής στα 81,9 έτη ευθυγραμμίζεται με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όμως συνοδεύεται από αύξηση των χρόνιων παθήσεων και των αναγκών υγειονομικής περίθαλψης. Περίπου 1 στους 4 Έλληνες άνω των 16 ετών δηλώνει ότι αντιμετωπίζει χρόνιο πρόβλημα υγείας, ποσοστό που εκτινάσσεται πάνω από το 60% στην ηλικιακή ομάδα 65+. Αυτή η επιδημιολογική πραγματικότητα ασκεί ασφυκτική πίεση στο σύστημα υγείας και ιδίως στη φαρμακευτική δαπάνη.
Φάρμακα: Πληρώνουμε περισσότερα, λαμβάνουμε λιγότερα
Η ετήσια έκθεση για τη φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα (2024) αποτυπώνει με σαφήνεια την αύξηση του κόστους για τους πολίτες και το κράτος. Η συνολική φαρμακευτική δαπάνη – που περιλαμβάνει τόσο τα εξωνοσοκομειακά όσο και τα νοσοκομειακά φάρμακα – αυξήθηκε από 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023, σε 8,5 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024. Από αυτό το ποσό, η δημόσια δαπάνη (το ποσό που καλύπτει το κράτος) ανήλθε στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024, ενώ η συμμετοχή των ασθενών αυξήθηκε στα 810 εκατομμύρια ευρώ, από 740 εκατομμύρια ευρώ το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, η φαρμακοβιομηχανία συνέβαλε με 4,6 δισεκατομμύρια ευρώ, μέσω υποχρεωτικών επιστροφών (clawback και rebate), ποσό που βαραίνει σημαντικά τις επιχειρήσεις του κλάδου. Η κατάσταση επιδεινώνεται από την αργή ενσωμάτωση καινοτόμων θεραπειών. Από τα 173 νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν στην Ευρώπη την περίοδο 2020–2023, μόνο 75 κυκλοφόρησαν στην ελληνική αγορά. Δηλαδή, μόλις ένα στα πέντε καινοτόμα φάρμακα φτάνει στον Έλληνα ασθενή, με αποτέλεσμα την περιορισμένη πρόσβαση σε σύγχρονες θεραπείες.
Οικονομική επίδραση της φαρμακοβιομηχανίας
Παρά τις στρεβλώσεις, ο φαρμακευτικός κλάδος διατηρεί δυναμική εξαγωγική παρουσία και ουσιαστική συνεισφορά στην ελληνική οικονομία. Το 2024, οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων έφτασαν τα 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ, αποτελώντας το 5,7% των συνολικών εξαγωγών της χώρας. Οι βασικοί προορισμοί είναι η Γερμανία, η Αυστρία και η Κύπρος. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η συνολική συμβολή του φαρμακευτικού κλάδου στο ΑΕΠ ανήλθε σε 6,9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023, αντιστοιχώντας στο 3,1% του ΑΕΠ. Κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας στον κλάδο δημιουργεί επιπλέον 1,3 ευρώ στην οικονομία, ενώ κάθε 10 θέσεις εργασίας στον τομέα στηρίζουν 24 επιπλέον πλήρους απασχόλησης.
Κοιτάζοντας τη μεγάλη εικόνα, η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα διατηρήσει θετικό ρυθμό μεγέθυνσης και το 2025, με τις βασικές συνιστώσες – επενδύσεις, ιδιωτική κατανάλωση και εξαγωγές – να συνεχίζουν να στηρίζουν την επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας. Ωστόσο, το εξωτερικό περιβάλλον διαμορφώνεται όλο και πιο ασταθές, με πολλαπλές εστίες αβεβαιότητας που επηρεάζουν άμεσα τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές.
Η ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων σε διεθνές επίπεδο συνοδεύεται από αβεβαιότητα ως προς τη νομισματική πολιτική των μεγάλων κεντρικών τραπεζών, ενώ η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνει, με τους ρυθμούς μεγέθυνσης να βαίνουν μειούμενοι. Την ίδια στιγμή, ενδέχεται να ενισχυθούν οι πολιτικές εμπορικού προστατευτισμού, κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, προκαλώντας νέα δεδομένα στο διεθνές εμπόριο και ασκώντας επιπλέον πίεση στις εξαγωγικές επιδόσεις μικρών, ανοιχτών οικονομιών όπως η ελληνική.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.