Το 2024 λειτούργησε ως ένα εκκωφαντικό καμπανάκι κινδύνου για τις σύγχρονες κοινωνίες: το κυβερνοέγκλημα δεν αποτελεί πλέον μια αόριστη ή μακρινή απειλή, αλλά μια διαρκή και απτή πραγματικότητα που επηρεάζει άμεσα την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα, όπως και παγκοσμίως, η ανάγκη για ενίσχυση της ψηφιακής ασφάλειας μετατράπηκε από προαιρετική επένδυση, σε απολύτως αναγκαία προτεραιότητα.
Η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ευθύνη μόνο της Πολιτείας ή εξειδικευμένων οργανισμών. Σε μια εποχή όπου η ψηφιακή πληροφορία αποτελεί ένα από τα πολυτιμότερα αγαθά, κάθε πολίτης και κάθε επιχείρηση πρέπει να συμβάλουν ενεργά. Η χρήση ισχυρών κωδικών πρόσβασης, οι τακτικές ενημερώσεις λογισμικού, η επαγρύπνηση απέναντι σε ύποπτα μηνύματα και η αποφυγή παράνομων πλατφορμών δεν είναι πλέον καλές πρακτικές, αλλά αποτελούν στοιχειώδεις άμυνες σε έναν κόσμο όπου τα κυβερνοεγκλήματα εξελίσσονται ταχύτερα από τα μέτρα προστασίας.
Αντιλαμβανόμενη τη σοβαρότητα της κατάστασης, η ελληνική Πολιτεία προχώρησε στην ενίσχυση του εθνικού σχεδίου κυβερνοασφάλειας. Μεταξύ άλλων, αναβαθμίζονται τα συστήματα ασφαλείας σε κρίσιμες υποδομές, σχεδιάζονται εκπαιδευτικά προγράμματα για πολίτες, φοιτητές και επαγγελματίες, ενώ εισάγονται νέες διατάξεις στο νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της παραβίασης δεδομένων και των ψηφιακών εγκλημάτων. Ταυτόχρονα, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται σε δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού, προκειμένου να οικοδομηθεί μια νέα κουλτούρα ψηφιακής υπευθυνότητας.
Όμως, στο ήδη δύσκολο τοπίο της κυβερνοασφάλειας, έρχεται να προστεθεί και το φαινόμενο της παράνομης IPTV πειρατείας. Οι πλατφόρμες που προσφέρουν μη αδειοδοτημένη πρόσβαση σε συνδρομητικό περιεχόμενο γνωρίζουν τεράστια άνθηση, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Παρόλο που πολλοί χρήστες τις αντιλαμβάνονται απλώς ως έναν φθηνό ή δωρεάν τρόπο ψυχαγωγίας, στην πραγματικότητα συμμετέχουν, έστω και άθελά τους, στη στήριξη οργανωμένων εγκληματικών δικτύων.
Η χρήση τέτοιων παράνομων πλατφορμών εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, καθώς οι συσκευές των χρηστών καθίστανται ευάλωτες σε κακόβουλο λογισμικό, spyware ή ακόμη και trojans που μπορούν να κλέψουν προσωπικά δεδομένα ή να μετατρέψουν τον υπολογιστή του χρήστη σε όργανο ευρύτερων κυβερνοεπιθέσεων. Η Europol αποκάλυψε ότι μόνο ένα δίκτυο παράνομης IPTV εξυπηρετούσε περισσότερους από 22 εκατομμύρια χρήστες παγκοσμίως, πολλοί εκ των οποίων έγιναν θύματα δευτερογενών κυβερνοεπιθέσεων ή υπέστησαν οικονομικές απώλειες.
Στην Ελλάδα, το 2024 σηματοδότησε μια άνευ προηγουμένου έξαρση του κυβερνοεγκλήματος. Εκατοντάδες επιχειρήσεις και δημόσιοι φορείς βρέθηκαν στο στόχαστρο επιθέσεων τύπου ransomware, με τους δράστες να μπλοκάρουν την πρόσβαση σε κρίσιμα δεδομένα. Εκπαιδευτικά ιδρύματα, μέσα μαζικής ενημέρωσης, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ακόμα και οργανισμοί υγειονομικής περίθαλψης υπέστησαν επιθέσεις, με ανυπολόγιστες συνέπειες σε επιχειρησιακό και οικονομικό επίπεδο.
Παράλληλα, οι μαζικές απόπειρες phishing βρέθηκαν σε έξαρση. Χιλιάδες πολίτες παραπλανήθηκαν ώστε να αποκαλύψουν κωδικούς, στοιχεία τραπεζικών λογαριασμών ή άλλες ευαίσθητες πληροφορίες. Το κακόβουλο λογισμικό εξαπλώθηκε ραγδαία, με τις εταιρείες κυβερνοασφάλειας να αναφέρουν περισσότερα από 15 εκατομμύρια περιστατικά μόλυνσης σε ελληνικές διευθύνσεις IP μόνο μέσα στο 2024. Ένας υπερβολικά μεγάλος αριθμός, αν το καλοσκεφτεί κανείς.
Τα επίσημα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος διαχειρίστηκε περισσότερες από 13.000 νέες υποθέσεις κυβερνοεγκλήματος μέσα σε ένα έτος, με το 70% να αφορά περιπτώσεις διαδικτυακής απάτης. Παράλληλα, μέσω της γραμμής 11188, δεκάδες χιλιάδες κλήσεις πολιτών κατέγραψαν την ανάγκη για άμεση υποστήριξη και καθοδήγηση σε περιστατικά κυβερνοεγκλήματος.
Η έκρηξη του κυβερνοεγκλήματος στην Ελλάδα δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά μέρος μιας παγκόσμιας τάσης. Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση του FBI, το 2024 οι συνολικές απώλειες από κυβερνοεπιθέσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες ανήλθαν σε 16,6 δισεκατομμύρια δολάρια — μια αύξηση 33% σε σχέση με το 2023. Ειδικότερα, επενδυτικές απάτες, ηλεκτρονικές υποκλοπές μέσω phishing και ransomware επιθέσεις αποτέλεσαν τα βασικά είδη ψηφιακών εγκλημάτων.
Οι δράστες έδειξαν ιδιαίτερη προτίμηση σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, με τους ηλικιωμένους να υπολογίζεται ότι έχασαν σχεδόν 5 δισεκατομμύρια δολάρια από απάτες και υποκλοπές. Η απουσία ψηφιακής εκπαίδευσης και η ψυχολογική εκμετάλλευση της ανασφάλειας που προκαλούν άγνωστες ψηφιακές απειλές, καθιστούν αυτούς τους πληθυσμούς εύκολο στόχο.
Το 2024 απέδειξε με δραματικό τρόπο ότι το κυβερνοέγκλημα δεν είναι πλέον υπόθεση αποκλειστικά των ειδικών. Η προστασία στον ψηφιακό κόσμο απαιτεί συλλογική δράση, συνεχείς επενδύσεις, εκπαιδευτική στρατηγική και ενεργή συμμετοχή όλων μας — γιατί το μέλλον της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο είναι αλληλένδετο με το μέλλον της ίδιας της κοινωνίας μας.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.