Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, η διαδικτυακή αναζήτηση παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη. Η εμπειρία του χρήστη περιστρεφόταν γύρω από μηχανές αναζήτησης που ανταποκρίνονταν σε λέξεις-κλειδιά, ενώ η βελτιστοποίηση για αυτές τις μηχανές (γνωστή ως SEO) αποτέλεσε βασικό άξονα στρατηγικής για κάθε brand που δραστηριοποιείται στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Η κατάσταση αυτή, όμως, φαίνεται να αλλάζει ριζικά με την είσοδο της τεχνητής νοημοσύνης στον πυρήνα της διαδικτυακής αναζήτησης και της εμπειρίας του χρήστη.
Η τεχνολογική πρόοδος των τελευταίων μηνών, σε συνδυασμό με την ταχύτατη ενσωμάτωση των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων (LLMs) στις καθημερινές αναζητήσεις των χρηστών, διαμορφώνει ένα νέο τοπίο. Οι καταναλωτές αρχίζουν να στρέφονται όλο και περισσότερο σε πλατφόρμες συνομιλιών που αξιοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη για να προσφέρουν άμεσες, πλήρεις και πιο στοχευμένες απαντήσεις, οι οποίες δεν περιορίζονται μόνο σε συνδέσμους προς ιστοσελίδες, αλλά παρέχουν συμπυκνωμένη πληροφόρηση, συμβουλές και εξατομικευμένες προτάσεις. Ένα μεγάλο ποσοστό χρηστών ήδη χρησιμοποιεί αποτελέσματα που έχουν παραχθεί από AI για ένα σημαντικό μέρος των αναζητήσεών του, γεγονός που έχει οδηγήσει σε μείωση της οργανικής επισκεψιμότητας σε πολλούς ιστότοπους.
Ταυτόχρονα, νέες πλατφόρμες τεχνητής νοημοσύνης αναπτύσσουν εμπορικές λειτουργίες που επιτρέπουν την ολοκλήρωση αγορών μέσα στην ίδια την εφαρμογή, χωρίς ανακατεύθυνση σε εξωτερικές ιστοσελίδες. Αυτή η εξέλιξη σηματοδοτεί τη μετάβαση από την εποχή της αναζήτησης, στην εποχή της απευθείας αλληλεπίδρασης με την πληροφορία και το εμπόριο, μέσω τεχνητής νοημοσύνης.
Ως αποτέλεσμα αυτής της στροφής, πολλές επιχειρήσεις και ομάδες marketing αρχίζουν να επαναξιολογούν τις ψηφιακές τους στρατηγικές. Το SEO, όπως το γνωρίζαμε, δεν αρκεί πλέον. Η νέα πραγματικότητα απαιτεί βελτιστοποίηση για τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, μια προσέγγιση που εστιάζει όχι τόσο στις λέξεις-κλειδιά όσο στην πρόθεση πίσω από την αναζήτηση. Οι χρήστες δεν πληκτρολογούν προϊόντα ή κατηγορίες, αλλά διατυπώνουν ερωτήσεις, περιγράφουν ανάγκες, ζητούν καθοδήγηση. Τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης είναι, πια, ικανά να αντιληφθούν το ευρύτερο πλαίσιο της αναζήτησης, γεγονός που σημαίνει ότι τα brands καλούνται να δημιουργήσουν περιεχόμενο περισσότερο επεξηγηματικό και σχετικό με τις πραγματικές ανάγκες των χρηστών.
Η σύνταξη μιας απλής πρότασης για την περιγραφή ενός προϊόντος δεν επαρκεί. Η τεχνητή νοημοσύνη ευνοεί την ύπαρξη εκτενούς και λεπτομερούς περιεχομένου που εξηγεί όχι μόνο τι είναι ένα προϊόν, αλλά και σε ποιον απευθύνεται, πώς χρησιμοποιείται, σε ποιες περιστάσεις είναι ιδανικό, τι προβλήματα λύνει και τι πλεονεκτήματα προσφέρει. Όσο περισσότερα δεδομένα προσφέρει ένα brand, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει το περιεχόμενό του να εμφανιστεί ως σχετική και χρήσιμη απάντηση μέσα από τα AI συστήματα. Ακόμη και τυποποιημένες περιγραφές μπορούν να μετασχηματιστούν για να εξυπηρετήσουν τη νέα προσέγγιση. Για παράδειγμα, μια τσάντα δεν περιγράφεται απλώς ως «δερμάτινη», αλλά εντάσσεται σε σενάρια χρήσης, προτιμήσεις ηλικιακών ομάδων, πρακτικότητα και προσωπικό στυλ.
Παράλληλα με την αλλαγή στο περιεχόμενο, αναδεικνύεται και ο ρόλος του οπτικού υλικού. Η αναζήτηση γίνεται «πολυμορφική», συνδυάζει δηλαδή κείμενο και εικόνα για την κατανόηση της πρόθεσης του χρήστη. Η τεχνητή νοημοσύνη εξετάζει αν οι εικόνες συμφωνούν με τις περιγραφές, αν αποδίδουν σωστά το προϊόν και αν ανταποκρίνονται σε αυτό που ζητά ο καταναλωτής. Η ύπαρξη φωτογραφιών με διαφορετικές γωνίες, εκδοχές, χρήσεις και περιβάλλοντα αυξάνει δραματικά τις πιθανότητες εμφάνισης ενός προϊόντος στις αναζητήσεις. Η τάση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των χρηστών, ειδικά στις νεότερες ηλικίες, χρησιμοποιεί οπτική αναζήτηση για να κάνει αγορές. Όσο πιο αναλυτικό και πλούσιο είναι το οπτικό περιεχόμενο, τόσο πιο αποτελεσματικά «αναγνωρίζεται» από τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης.
Όμως, η προσαρμογή δεν περιορίζεται στο περιεχόμενο. Η τεχνική υποδομή των ιστοσελίδων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής. Πολλά websites έχουν ρυθμίσεις ή στοιχεία στον κώδικά τους που καθιστούν δύσκολη ή και αδύνατη την προσπέλαση από τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης. Αυτό μπορεί να συμβαίνει χωρίς να το γνωρίζει καν η ομάδα διαχείρισης, ιδίως σε περιπτώσεις όπου έχουν υπάρξει τεχνικές αλλαγές ή απώλεια τεχνογνωσίας. Η ενσωμάτωση απλών, αλλά κρίσιμων τεχνικών αρχείων και οδηγιών, όπως τα llms.txt, robots.txt ή structured data, επιτρέπει την καλύτερη κατανόηση του περιεχομένου και συμβάλλει στην ορθή και πλήρη αποτύπωση της ψηφιακής παρουσίας ενός brand.
Η συνολική κατεύθυνση δείχνει ότι η νέα εποχή της αναζήτησης διαμορφώνεται με τρόπο που δυνητικά ωφελεί περισσότερο τον καταναλωτή. Η τεχνητή νοημοσύνη λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τα επίσημα στοιχεία ενός brand, αλλά και τα ανεξάρτητα σχόλια, τη φήμη, τις κριτικές και τη γενική εικόνα που έχει διαμορφωθεί στο διαδίκτυο. Η διαδικασία της αναζήτησης γίνεται πιο ακριβής, περισσότερο προσωποποιημένη και, ιδανικά, πιο δίκαιη. Μέσα από αυτό το πρίσμα, brands που επενδύουν στην ποιότητα, στη διαφάνεια και στην εμπειρία χρήστη έχουν περισσότερες πιθανότητες να ξεχωρίσουν και να αποκτήσουν ουσιαστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στο νέο ψηφιακό περιβάλλον.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.