Η τουριστική χρονιά του 2025 εξελίσσεται σε έναν από τους βασικούς μοχλούς της ελληνικής οικονομίας, με τα έσοδα από τον τουρισμό να κινούνται έντονα ανοδικά και να ενισχύουν το ισοζύγιο πληρωμών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το επτάμηνο Ιανουαρίου–Ιουλίου, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 12,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 και διαμορφώθηκαν σε 12,18 δισ. ευρώ. Η επίδοση αυτή ενίσχυσε σημαντικά το πλεόνασμα του ταξιδιωτικού ισοζυγίου, καλύπτοντας το 51,3% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών, γεγονός που αναδεικνύει για ακόμη μία φορά τον κρίσιμο ρόλο του κλάδου για την οικονομική σταθερότητα της χώρας.
Η αύξηση των εσόδων οφείλεται τόσο στη βελτίωση της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι, η οποία ενισχύθηκε κατά περίπου 9,1%, όσο και στη θετική πορεία της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης. Οι αφίξεις ξένων επισκεπτών στο διάστημα Ιανουαρίου–Ιουλίου ανήλθαν σε σχεδόν 18,5 εκατομμύρια, καταγράφοντας άνοδο 2,6% σε σχέση με πέρυσι. Η τάση αυτή αποτυπώνει ότι η Ελλάδα όχι μόνο προσελκύει περισσότερους ταξιδιώτες, αλλά πετυχαίνει υψηλότερη κατά κεφαλήν δαπάνη, στοιχείο που συνδέεται με την αναβάθμιση των υπηρεσιών και την ενίσχυση μορφών τουρισμού που ξεπερνούν το παραδοσιακό μοντέλο «ήλιος και θάλασσα».
Οι πηγές προέλευσης των επισκεπτών παρουσιάζουν μια εικόνα σταδιακής διαφοροποίησης. Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραμένουν η βασική δεξαμενή ζήτησης, με τις εισπράξεις από τους Ευρωπαίους ταξιδιώτες να αυξάνονται κατά 13,9%. Ανάμεσά τους, η Γερμανία και η Γαλλία σημείωσαν διψήφια ποσοστά ανόδου, ενώ και η Ιταλία κατέγραψε θετική μεταβολή. Στις αγορές εκτός ΕΕ, ξεχωρίζει η ισχυρή επίδοση των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου οι εισπράξεις ενισχύθηκαν κατά 25,4%, επιβεβαιώνοντας τη δυναμική που αποκτά ο αμερικανικός τουρισμός στην Ελλάδα. Αντίθετα, το Ηνωμένο Βασίλειο εμφάνισε μικρή πτώση, χωρίς ωστόσο να θίγεται η σταθερά υψηλή θέση του ανάμεσα στις σημαντικότερες αγορές για τη χώρα.
Η κατανομή της κίνησης ανά μέσο εισόδου δείχνει ενδιαφέρουσες διαφορές. Τα αεροδρόμια της χώρας συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο μέρος της ανόδου, με αύξηση 4,9% σε σχέση με το 2024, ενώ οι οδικές αφίξεις σημείωσαν μικρή υποχώρηση. Από πλευράς γεωγραφικής προέλευσης, η συνολική κίνηση από την ΕΕ εμφάνισε οριακή κάμψη, ωστόσο οι χώρες της ζώνης του ευρώ κινήθηκαν ανοδικά, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη μείωση από άλλα κράτη – μέλη. Στον αντίποδα, οι αφίξεις από χώρες εκτός ΕΕ ήταν αυξημένες, με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο να δίνουν θετικό πρόσημο, ενώ ακόμη και αγορές που παραδοσιακά είχαν περιορισμένη συμμετοχή, όπως η Ρωσία, καταγράφουν αυξητική τάση, έστω και σε μικρή κλίμακα.
Τα δεδομένα αυτά αναδεικνύουν δύο κρίσιμες παραμέτρους για τον ελληνικό τουρισμό. Από τη μία πλευρά, η χώρα καταφέρνει να ενισχύει την ανταγωνιστικότητά της προσελκύοντας περισσότερους ταξιδιώτες και επιτυγχάνοντας αύξηση στη μέση δαπάνη. Από την άλλη, παραμένει ζητούμενο η περαιτέρω διαφοροποίηση των αγορών, καθώς η εξάρτηση από λίγες χώρες-πηγές μπορεί να εντείνει τους κινδύνους σε περίπτωση γεωπολιτικών ή οικονομικών αναταράξεων.
Η σημασία του τουρισμού δεν εξαντλείται στο ισοζύγιο πληρωμών. Αποτελεί βασικό παράγοντα για την απασχόληση, την κατανάλωση και την τόνωση των επενδύσεων σε τομείς που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τον κλάδο. Οι επιδόσεις του επτάμηνου του 2025 δείχνουν ότι ο τουρισμός λειτουργεί ως σταθεροποιητικός μηχανισμός για την ελληνική οικονομία, σε μια περίοδο που η διεθνής αβεβαιότητα και οι πληθωριστικές πιέσεις εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση.
Η ενίσχυση της μέσης δαπάνης ανά ταξιδιώτη είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, καθώς υποδηλώνει ζήτηση για υψηλότερης ποιότητας υπηρεσίες και διεύρυνση του τουριστικού προϊόντος. Η προώθηση μορφών όπως ο συνεδριακός, ο πολιτιστικός και ο γαστρονομικός τουρισμός μπορεί να δώσει νέα ώθηση στην κατεύθυνση αυτή, ενώ η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου παραμένει στρατηγικός στόχος. Αν επιτευχθεί, θα περιοριστεί η εποχικότητα και θα διαχυθούν τα οφέλη σε περισσότερες περιοχές της χώρας.
Συνολικά, η εικόνα που προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος είναι εκείνη μιας σταθερής και υγιούς ανόδου. Ο τουρισμός προσφέρει σημαντική στήριξη στα δημόσια έσοδα, στηρίζει το ισοζύγιο πληρωμών και δίνει ώθηση σε πολλούς ακόμη κλάδους της οικονομίας. Η πρόκληση για το μέλλον είναι η μετατροπή αυτής της θετικής συγκυρίας σε διατηρήσιμη πορεία, ώστε η ανάπτυξη να μην είναι παροδική, αλλά να θεμελιώσει ένα πιο ανθεκτικό και διαφοροποιημένο τουριστικό μοντέλο.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.