01 Ιούλ 2025
READING

Φυτικά γαλακτοκομικά και νέα καταναλωτικά πρότυπα στην Ευρώπη και την Ελλάδα

4 MIN READ

Φυτικά γαλακτοκομικά και νέα καταναλωτικά πρότυπα στην Ευρώπη και την Ελλάδα

Φυτικά γαλακτοκομικά και νέα καταναλωτικά πρότυπα στην Ευρώπη και την Ελλάδα

Η αγορά φυτικών προϊόντων, και ειδικά ο τομέας των plant-based γαλακτοκομικών, αναδεικνύεται ως ένας από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους κλάδους της ευρωπαϊκής διατροφικής βιομηχανίας.

Το 2024, η αξία της αγοράς των φυτικών γαλακτοκομικών στην Ευρώπη ανήλθε σε περίπου 4,5 δισ. δολάρια, με τους αναλυτές να προβλέπουν ότι θα ξεπεράσει τα 7,8 δισ. δολάρια έως το 2030, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 10%. Παράλληλα, η κατηγορία του φυτικού γάλακτος (από σόγια, βρώμη, αμύγδαλο κ.ά.) ενισχύθηκε σημαντικά, φτάνοντας σε αξία τα 4,5 δισ. δολάρια, ενώ μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο ξεπέρασε τα 867 εκατ. δολάρια. Το φαινόμενο, που ξεκίνησε από τις αγορές της Βόρειας Ευρώπης, εδραιώνεται πλέον και στη Νότια, με την Ελλάδα να ακολουθεί σταθερά, αν και από μικρότερη βάση.

Η στροφή των καταναλωτών προς πιο υγιεινές, βιώσιμες και ηθικά ευαισθητοποιημένες επιλογές συνδέεται με την αυξανόμενη ανησυχία για την κλιματική αλλαγή, τη διατροφική ποιότητα και την καλή μεταχείριση των ζώων. Οι νεότερες ηλικίες, ιδίως κάτω των 40 ετών, εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά υιοθέτησης φυτικών εναλλακτικών, χωρίς να υπάρχουν απαραίτητα χορτοφαγικά κίνητρα, αλλά ως μέρος μιας πιο συνειδητής, ευέλικτης διατροφικής στάσης. Η μερική αντικατάσταση ζωικών προϊόντων με φυτικές έχει ενταχθεί στην καθημερινότητα ενός ευρύτατου φάσματος νοικοκυριών.

Η βελτίωση της γεύσης, της υφής και της διατροφικής αξίας των φυτικών γαλακτοκομικών συνέβαλε σημαντικά στην ευρύτερη αποδοχή τους. Προϊόντα, όπως το φυτικό γιαούρτι ή το τυρί φυτικής βάσης, καταλαμβάνουν πλέον σταθερή θέση στα ράφια των σούπερ μάρκετ και στους καταλόγους της εστίασης. Ιδιαίτερη ώθηση έδωσαν και οι μεγάλες λιανεμπορικές αλυσίδες, οι οποίες επένδυσαν σε εμπλουτισμό των κατηγοριών αυτών, τόσο με γνωστά brands όσο και με private labels, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και καθιστώντας τα προϊόντα πιο προσβάσιμα σε ευρύτερα κοινά.

Η Ελλάδα, αν και με μικρότερο όγκο και χαμηλότερη διείσδυση σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, παρουσιάζει ξεκάθαρες ενδείξεις ωρίμανσης της αγοράς. Σύμφωνα με πρόσφατες μετρήσεις, 18% των Ελλήνων καταναλωτών δηλώνουν ότι επιλέγουν φυτικά προϊόντα (όπως γάλα ή γιαούρτι) σε εβδομαδιαία βάση, ανεξαρτήτως διατροφικής ταυτότητας. Τα ροφήματα από αμύγδαλο και βρώμη έχουν εδραιωθεί στις καταναλωτικές συνήθειες, ενώ αυξανόμενο ενδιαφέρον προσελκύουν τα ελληνικής παραγωγής γιαούρτια φυτικής βάσης, τα οποία ανταποκρίνονται στις ανάγκες για lactose-free ή vegan διατροφή.

Η εστίαση παίζει, επίσης, ρόλο καταλύτη, καθώς καφετέριες, εστιατόρια και ξενοδοχεία ενσωματώνουν φυτικές επιλογές στα μενού τους. Το plant-based δεν αποτελεί πια επιλογή ειδικής κατηγορίας, αλλά αναπόσπαστο στοιχείο της σύγχρονης γαστρονομίας. Η ζήτηση αυτή ενισχύεται και από τη διαρκή προβολή μέσω social media, όπου influencers και διατροφολόγοι προτείνουν εναλλακτικές λύσεις σε κοινά προβλήματα υγείας και lifestyle, ενισχύοντας το προφίλ των φυτικών τροφίμων.

Η διεύρυνση της αγοράς φυτικών γαλακτοκομικών στην Ελλάδα δεν περιορίζεται μόνο σε εισαγόμενα προϊόντα ή niche επιλογές. Μεγάλες ελληνικές γαλακτοβιομηχανίες, όπως η ΔΩΔΩΝΗ, η Όλυμπος, η ΜΕΒΓΑΛ και η ΚΡΙ ΚΡΙ, έχουν ήδη λανσάρει ή αναπτύσσουν σειρές φυτικών γιαουρτιών και ροφημάτων, διεκδικώντας μερίδιο σε μια αγορά που ωριμάζει. Η είσοδος αυτών των ισχυρών παικτών προσδίδει αξιοπιστία και αναγνωρισιμότητα στα plant-based προϊόντα, ενώ συνδυάζεται με έμφαση στην ποιότητα, τη διατροφική αξία και, συχνά, τη χρήση ελληνικών πρώτων υλών. Αυτή η δυναμική εμπλοκή της εγχώριας βιομηχανίας συμβάλλει καθοριστικά στην εδραίωση των εναλλακτικών επιλογών στο καθημερινό διατροφολόγιο των καταναλωτών.

Η ευρωπαϊκή εμπειρία καταδεικνύει ότι η πολιτική στήριξη είναι, επίσης, κρίσιμη για την εδραίωση του plant-based κλάδου. Επενδύσεις σε καινοτόμες γραμμές παραγωγής, επιδοτήσεις για βιώσιμες καλλιέργειες και καμπάνιες ενημέρωσης των πολιτών έχουν επιταχύνει την αποδοχή των φυτικών τροφίμων. Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα καλείται να υιοθετήσει αντίστοιχες πολιτικές, όπως το να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή, να αναβαθμίσει την αλυσίδα διανομής και να επικοινωνήσει με συνέπεια τα οφέλη μιας ισορροπημένης, βιώσιμης διατροφής που περιλαμβάνει φυτικά προϊόντα ως βασικό της συστατικό.

Το κρίσιμο ζητούμενο για την ελληνική αγορά είναι να μετατρέψει τη σταδιακή μεταστροφή των καταναλωτικών στάσεων σε μια σταθερή και βιώσιμη τροχιά ανάπτυξης. Για να συμβεί αυτό, απαιτείται συντονισμένη επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, δημιουργία πιστοποιημένων και ανταγωνιστικών παραγωγικών μονάδων, καθώς και στοχευμένη στήριξη της επιχειρηματικότητας στον τομέα των φυτικών προϊόντων.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.