01 Σεπ 2025
READING

Ο πλούτος των νοικοκυριών αυξάνεται, αλλά η καθημερινότητα παραμένει δύσκολη

4 MIN READ

Ο πλούτος των νοικοκυριών αυξάνεται, αλλά η καθημερινότητα παραμένει δύσκολη

Ο πλούτος των νοικοκυριών αυξάνεται, αλλά η καθημερινότητα παραμένει δύσκολη

Η εξέλιξη του πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών τα τελευταία χρόνια σκιαγραφεί μια αντιφατική πραγματικότητα. Σύμφωνα με την UBS και την Τράπεζα της Ελλάδος, η καθαρή αξία έχει ενισχυθεί εντυπωσιακά, αποτέλεσμα της ανόδου στις αγορές, της αύξησης των αποταμιεύσεων και της δημιουργίας υπεραξιών, κυρίως στα ακίνητα. Ωστόσο, αυτή η πρόοδος δεν αποτυπώνεται με τον ίδιο τρόπο στην καθημερινότητα, καθώς οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται και μεγάλο μέρος του πλούτου παραμένει δεσμευμένο σε περιουσιακά στοιχεία που δεν μετατρέπονται σε άμεσο εισόδημα. Η αντίφαση γίνεται πιο έντονη όταν συγκριθεί η Ελλάδα με το διεθνές περιβάλλον, αφού, ενώ κινείται ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά σε σχέση με τις πλέον ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η UBS κατέγραψε ότι το 2024 η καθαρή αξία των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 4,6 τοις εκατό. Η Ελλάδα ξεπέρασε τον μέσο όρο με αύξηση 7 %, στοιχείο που την κατατάσσει ανάμεσα στις χώρες με την πιο έντονη δυναμική. Ωστόσο, η σύγκριση με τη Δυτική Ευρώπη δείχνει τα όρια αυτής της επίδοσης. Ο μέσος πλούτος ανά ενήλικα στη χώρα διαμορφώθηκε γύρω στις 115 χιλιάδες δολάρια, έναντι 214 χιλιάδων στην Ιταλία, 349 χιλιάδων στο Βέλγιο και πάνω από 480 χιλιάδων στη Δανία. Για μια ελληνική οικογένεια με δύο παιδιά, η καθαρή αξία υπολογίζεται σε περίπου 230 χιλιάδες δολάρια, ποσό που απέχει αισθητά από το επίπεδο αντίστοιχων οικογενειών σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Σημαντική ώθηση στην αύξηση του πλούτου έδωσε η ενίσχυση των αποταμιεύσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, από τον Δεκέμβριο του 2019 μέχρι τον Ιούνιο του 2025 οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά περίπου τριάντα τρία δισεκατομμύρια ευρώ, φτάνοντας σχεδόν τα 150 δισεκατομμύρια. Η αύξηση αυτή αποδίδεται τόσο στη βελτίωση των εισοδημάτων σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων όσο και στη διάθεση μεγαλύτερης αποταμίευσης λόγω της αβεβαιότητας των προηγούμενων ετών. Παράλληλα, περισσότερα από είκοσι δισεκατομμύρια διοχετεύτηκαν σε αμοιβαία κεφάλαια και έντοκα γραμμάτια, μια ένδειξη ότι οι Έλληνες επενδυτές δεν αρκούνται πλέον στις παραδοσιακές καταθέσεις, αλλά αναζητούν πιο σύνθετα και αποδοτικά εργαλεία διαχείρισης. Στην ίδια εικόνα εντάσσεται και η ταχεία διάδοση των κρυπτονομισμάτων, τα οποία πριν από λίγα χρόνια ήταν σχεδόν άγνωστα στην Ελλάδα, ενώ σήμερα περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο δεκάδων χιλιάδων νοικοκυριών με αξίες που υπολογίζονται σε δισεκατομμύρια.

Ακόμη πιο έντονη ήταν η συμβολή της αγοράς ακινήτων, που εξακολουθεί να αποτελεί το βασικότερο περιουσιακό στοιχείο των Ελλήνων. Ο δείκτης τιμών κατοικιών της Τράπεζας της Ελλάδος αυξήθηκε κατά 72% από το 2018 έως το 2025, ανεβαίνοντας από τις 61 μονάδες στις 105. Η άνοδος δεν περιορίστηκε μόνο στις κατοικίες. Οι τιμές γραφείων ενισχύθηκαν κατά περισσότερο από 25%, ενώ τα καταστήματα σημείωσαν σχεδόν 40%. Οι υπεραξίες που προέκυψαν για τα νοικοκυριά ξεπερνούν τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ, ωστόσο πρόκειται για πλούτο που στην πλειονότητά του παραμένει «εγκλωβισμένος». Λίγοι ιδιοκτήτες προχωρούν σε πώληση ή αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας, με αποτέλεσμα οι στατιστικές να δείχνουν αυξημένη αξία, αλλά η καθημερινότητα να μη μεταβάλλεται ανάλογα.

Πίσω από τη θετική συνολική εικόνα του πλούτου κρύβεται ένα σοβαρό ζήτημα. Η ανισοκατανομή στην Ελλάδα έχει ενταθεί και το 2024 η χώρα βρέθηκε ανάμεσα στις τρεις χειρότερες ευρωπαϊκές επιδόσεις, μαζί με την Ολλανδία και την Αυστρία. Στη διεθνή κατάταξη των τριάντα δύο χωρών, η θέση της είναι ελαφρώς καλύτερη από τον μέσο όρο, κοντά σε επίπεδα χωρών όπως η Πορτογαλία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ εμφανίζει πιο ευνοϊκά αποτελέσματα σε σχέση με τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ. Η σχετική αυτή θέση, ωστόσο, δεν αναιρεί το γεγονός ότι η κοινωνική συνοχή δοκιμάζεται, καθώς μεγάλα τμήματα του πληθυσμού δεν αισθάνονται ότι ωφελούνται από την αύξηση του πλούτου.

Η πρόκληση για τα επόμενα χρόνια είναι διπλή. Από τη μία, η χώρα χρειάζεται να διατηρήσει την ανοδική της πορεία σε αποταμιεύσεις και ακίνητα, ενισχύοντας παράλληλα την αξιοποίηση πιο σύνθετων επενδυτικών εργαλείων. Από την άλλη, είναι κρίσιμο να αντιμετωπιστεί η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, ώστε η αύξηση της καθαρής αξίας να μην παραμείνει στατιστικό μέγεθος, αλλά να αποκτήσει ουσιαστικό αντίκτυπο στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Αν η Ελλάδα καταφέρει να συνδυάσει την αύξηση του πλούτου με πιο δίκαιη κατανομή, τότε θα μπορέσει να συγκλίνει σταδιακά με τις πιο ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες και να ενισχύσει τη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.