Η παραμονή στην εργασία σε μεγαλύτερη ηλικία εξελίσσεται σταδιακά σε μια νέα κανονικότητα για τις σύγχρονες κοινωνίες και τις επιχειρήσεις. Δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά για μια τάση που αφορά ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και η βελτίωση της υγείας σε συνδυασμό με τις πιέσεις στα συνταξιοδοτικά συστήματα και την ανεπάρκεια αποταμιεύσεων καθιστούν όλο και πιο συνηθισμένη την παρουσία εργαζομένων που συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους πέρα από τα παραδοσιακά όρια συνταξιοδότησης. Για πολλούς, η συνέχιση της εργασίας αποτελεί ζήτημα επιβίωσης, ενώ για άλλους είναι συνειδητή επιλογή που εξυπηρετεί όχι μόνο την ανάγκη εισοδήματος, αλλά και την αναζήτηση σκοπού και συνέχειας στη ζωή τους.
Για τις επιχειρήσεις, η προσαρμογή σε αυτήν τη νέα συνθήκη δεν είναι μόνο ζήτημα κοινωνικής ευθύνης, αλλά και στρατηγική που μπορεί να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά τους. Σύμφωνα με ανάλυση του Forbes, έρευνες δείχνουν ότι όταν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των μεγαλύτερων εργαζομένων βελτιώνεται συνολικά η εργασιακή εμπειρία, αυξάνεται η παραγωγικότητα και ενισχύεται η ψυχική υγεία στο ανθρώπινο δυναμικό. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να κρατηθούν οι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας στις θέσεις τους, αλλά να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητές τους.
Οι αριθμοί δείχνουν την κλίμακα της αλλαγής. Στις χώρες της G7 εκτιμάται ότι μέχρι το 2031 οι εργαζόμενοι άνω των 60 ετών θα αποτελούν περισσότερο από το ένα τέταρτο του συνολικού εργατικού δυναμικού. Σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου 150 εκατομμύρια θέσεις εργασίας προβλέπεται ότι θα καλυφθούν από μεγαλύτερους εργαζόμενους ως το 2030. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, που σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες αγγίζει ή ξεπερνά τα 80 έτη, επιτρέπει σε εκατομμύρια ανθρώπους να παραμένουν παραγωγικοί πολύ πέρα από τα παραδοσιακά όρια των 62 ή 65 ετών.
Η παρουσία τους προσφέρει προστιθέμενη αξία σε πολλαπλά επίπεδα. Οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι συχνά λειτουργούν ως αντίβαρο στην υπερβολική εμπιστοσύνη που δείχνουν οι νεότερες γενιές στις νέες τεχνολογίες. Έχοντας βιώσει αλλεπάλληλα κύματα τεχνολογικών και οικονομικών αλλαγών, διαθέτουν εμπειρία και κρίση που τους βοηθούν να αξιολογούν με ψυχραιμία τόσο τις δυνατότητες όσο και τους κινδύνους των νέων εργαλείων. Παράλληλα, η συνύπαρξη διαφορετικών γενεών στον ίδιο εργασιακό χώρο εμπλουτίζει την κουλτούρα, καθώς οι νεότεροι αναζητούν την καθοδήγηση των πιο έμπειρων συναδέλφων και εκείνοι μεταφέρουν μακροπρόθεσμη οπτική για τον κλάδο και την αγορά.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η διάσταση της ψυχικής υγείας. Οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι δηλώνουν συχνά καλύτερη ψυχική κατάσταση σε σχέση με τους νεότερους, αν και παραμένουν πιο διστακτικοί στο να μιλήσουν ανοιχτά για αυτήν στον χώρο εργασίας. Ενδιαφέρονται λιγότερο για το πού ή πότε εργάζονται και περισσότερο για το τι κάνουν και πώς, δίνοντας έμφαση στην αυτονομία και στο νόημα της εργασίας τους. Αυτή η προσέγγιση δείχνει ότι η συνέχιση της επαγγελματικής ζωής δεν σχετίζεται μόνο με την ανάγκη για εισόδημα, αλλά και με την προσωπική ολοκλήρωση.
Παράλληλα, η παράταση του εργασιακού βίου αναδεικνύει τα κενά ενός μοντέλου που στηρίχθηκε στην ιδέα της συνταξιοδότησης γύρω στα 60 και σε διάρκεια ζωής περίπου δέκα ετών μετά. Σήμερα, το αυξημένο προσδόκιμο αφήνει δεκαετίες ζωής μετά την έξοδο από την εργασία, την ώρα που οι συνταξιοδοτικοί μηχανισμοί και οι προσωπικές αποταμιεύσεις συχνά δεν επαρκούν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μόλις το 45% των μη συνταξιούχων δηλώνει ότι αισθάνεται οικονομικά έτοιμο για τη σύνταξη, ενώ επτά στους δέκα ανησυχούν ότι η κοινωνική ασφάλιση δεν θα καλύψει τις ανάγκες τους. Ταυτόχρονα, οι μεγαλύτεροι ενήλικες αποτελούν το ταχύτερα αυξανόμενο τμήμα του άστεγου πληθυσμού, γεγονός που αναδεικνύει την κοινωνική διάσταση του προβλήματος.
Ορισμένες εταιρείες έχουν ήδη κινηθεί σε πιο πρακτικές λύσεις. Η Unilever και η Shutterstock εφαρμόζουν προγράμματα υποστήριξης μεγαλύτερων εργαζομένων, ενώ οργανισμοί προωθούν θεσμικές αλλαγές και πρωτοβουλίες ευαισθητοποίησης. Στόχος είναι να δημιουργηθούν συνθήκες που θα διευκολύνουν την παραμονή στην εργασία, προσφέροντας ευελιξία, προσαρμογή καθηκόντων και νέες μορφές εκπαίδευσης.
Το μήνυμα που προκύπτει είναι διπλό. Από τη μία πλευρά, υπάρχει το κοινωνικό σκέλος, αφού οι άνθρωποι χρειάζονται εργασία για να διατηρήσουν την οικονομική και προσωπική τους σταθερότητα. Από την άλλη, υπάρχει το επιχειρηματικό όφελος, καθώς οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι φέρνουν μαζί τους εμπειρία, ανθεκτικότητα και σταθερότητα, στοιχεία που ενισχύουν την απόδοση και την αξιοπιστία μιας επιχείρησης.
Η πραγματική πρόκληση για τα επόμενα χρόνια δεν είναι αν οι μεγαλύτεροι εργαζόμενοι θα παραμείνουν ενεργοί, αλλά πώς οι οργανισμοί θα προσαρμόσουν τις δομές τους ώστε να αξιοποιούν στο μέγιστο τις δυνατότητές τους. Οι χώροι εργασίας του μέλλοντος οφείλουν να γεφυρώνουν γενιές, να μειώνουν τα στερεότυπα και να ενθαρρύνουν τη συνεργασία. Σε μια εποχή όπου η εμπειρία και η ψυχική ανθεκτικότητα έχουν εξίσου μεγάλη σημασία με την καινοτομία, η συμβολή των μεγαλύτερων εργαζομένων μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.