01 Σεπ 2025
READING

ΕΛΣΤΑΤ: Πτωτική πορεία στην κατανάλωση βασικών προϊόντων

4 MIN READ

ΕΛΣΤΑΤ: Πτωτική πορεία στην κατανάλωση βασικών προϊόντων

ΕΛΣΤΑΤ: Πτωτική πορεία στην κατανάλωση βασικών προϊόντων

Μέσα στη δημόσια συζήτηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, συχνά προβάλλεται η εικόνα της ανάκαμψης, με δείκτες που δείχνουν ανάπτυξη και με βεβαιώσεις ότι η χώρα έχει αφήσει πίσω της τα πιο δύσκολα χρόνια.

Ωστόσο, τα δεδομένα που προκύπτουν από την ΕΛΣΤΑΤ γύρω από την κατανάλωση τροφίμων στη δεκαετία 2014–2023 φανερώνουν μια διαφορετική πραγματικότητα. Οι αριθμοί δεν μιλούν για αφθονία, αλλά για σταθερή συρρίκνωση, ακόμη και σε είδη που θεωρούνται φθηνά και καθημερινά. Η συνολική εικόνα δείχνει μια κοινωνία που ζει με περιορισμένες δυνατότητες, μια κοινωνία που αναγκάζεται να μετρά όχι την ποικιλία, αλλά την ποσότητα στο ίδιο της το τραπέζι.

Η πραγματική διάσταση της πίεσης γίνεται φανερή όταν εξετάσει κανείς τα πιο οικονομικά τρόφιμα, εκείνα που παραδοσιακά θα περίμενε να κερδίζουν έδαφος σε περιόδους στενότητας. Τα ζυμαρικά, σύμβολο μιας φθηνής και χορταστικής διατροφής επί δεκαετίες, μειώθηκαν από 2,7 κιλά τον μήνα το 2014 σε 2,3 κιλά το 2023. Το ρύζι, εξίσου προσιτό και βασικό για πολλά νοικοκυριά, υποχώρησε από 1,3 κιλά σε μόλις 1,14. Ακόμη και τα όσπρια και τα λαχανικά, που συχνά αποτελούν την πιο υγιεινή και οικονομική εναλλακτική απέναντι σε ακριβότερα προϊόντα, παρουσίασαν κάμψη από 26,5 κιλά σε 24,5 κιλά. Αυτά τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά, καθώς δείχνουν πως οι περικοπές δεν περιορίζονται στις πιο «πολυτελείς» επιλογές, αλλά αγγίζουν τον ίδιο τον κορμό της καθημερινής διατροφής. Το γεγονός ότι μειώνεται η κατανάλωση ακόμη και των οσπρίων, παραδοσιακού στηρίγματος της μεσογειακής διατροφής, υπογραμμίζει την έκταση των περιορισμών που βιώνουν τα νοικοκυριά.

Αντίστοιχη εικόνα παρατηρείται και σε προϊόντα που έχουν συμβολικό χαρακτήρα για την ελληνική κοινωνία. Το ελαιόλαδο, στοιχείο ταυτότητας και βασικό συστατικό της μεσογειακής κουζίνας, μειώθηκε σχεδόν στο μισό. Από τα 3,44 λίτρα τον μήνα το 2014, η κατανάλωση κατρακύλησε σε λιγότερα από 1,9 λίτρα το 2023, μια απώλεια που ξεπερνά το 40%. Μια τέτοια εξέλιξη μαρτυρά βαθιές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες οργανώνουν τη διατροφή τους και δείχνει ότι η παραδοσιακή χρήση του λαδιού περιορίζεται πλέον δραστικά. Το ίδιο ισχύει και για το ψωμί, που από 11,7 κιλά το 2014 υποχώρησε στα 8,1 κιλά. Η μείωση αυτή, σε ένα προϊόν που άλλοτε θεωρούνταν σχεδόν ανεξάντλητο στο ελληνικό τραπέζι, δείχνει τη μετατόπιση προς μια πιο φειδωλή καθημερινότητα. Στο ίδιο πνεύμα, το γάλα από 12,1 λίτρα έπεσε στα 8,7 λίτρα, μια απώλεια σχεδόν 30%. Η μείωση αυτή έχει και κοινωνική διάσταση, καθώς το γάλα συνδέεται άμεσα με τη διατροφή των παιδιών και η υποχώρησή του αντανακλά δυσκολίες που υπερβαίνουν την ατομική επιλογή.

Στα προϊόντα ζωικής προέλευσης, η τάση δεν είναι διαφορετική. Η κατανάλωση κρέατος, αν και εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, μειώθηκε από 10,3 κιλά τον μήνα σε 9,7 κιλά. Πρόκειται για μικρότερη πτώση σε σχέση με άλλα προϊόντα, αλλά και πάλι δείχνει πως το καθημερινό τραπέζι δεν έμεινε ανεπηρέαστο. Οι οικογένειες φαίνεται ότι περιορίζουν είτε τη συχνότητα είτε τις ποσότητες, αναζητώντας τρόπους να καλύψουν τις ανάγκες τους με λιγότερα.

Η έρευνα αναδεικνύει και άλλες όψεις της καθημερινότητας. Η κατανάλωση τσιγάρων μειώθηκε από 202 τον μήνα το 2014 σε 118 το 2023, δηλαδή από δέκα πακέτα σε περίπου έξι. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να ερμηνευτεί ως θετική για τη δημόσια υγεία, ωστόσο δύσκολα παραβλέπει κανείς ότι σε μεγάλο βαθμό οφείλεται και στην αδυναμία των νοικοκυριών να συντηρήσουν μια δαπανηρή συνήθεια. Έτσι, ακόμη κι εκεί όπου οι δείκτες αφήνουν να φανεί μια αισιόδοξη πλευρά, η κοινωνική ανάγνωση αποκαλύπτει μια πιο σύνθετη πραγματικότητα.

Μέσα σε αυτό το τοπίο περικοπών, εμφανίζονται ελάχιστες εξαιρέσεις. Τα αυγά αυξήθηκαν από 16 σε 18 τεμάχια τον μήνα, μια εξέλιξη που μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη προσαρμογής, καθώς πρόκειται για μια οικονομική, αλλά και θρεπτική πηγή πρωτεΐνης, που έρχεται να καλύψει τα κενά που αφήνουν ακριβότερα τρόφιμα. Το γιαούρτι σημείωσε μια ανεπαίσθητη άνοδο από 1,79 σε 1,80 κιλά, αποτυπώνοντας μια σταθερότητα που συνδέεται με την ισχυρή θέση που κατέχει στην ελληνική διατροφική παράδοση. Αντίστοιχα, τα οινοπνευματώδη ποτά ανέβηκαν από 3,8 λίτρα σε 4,09 λίτρα, γεγονός που δεν φαίνεται να σχετίζεται με οικονομικούς υπολογισμούς, αλλά περισσότερο με την ανάγκη των πολιτών να διατηρούν μικρές απολαύσεις σε μια περίοδο γενικευμένων περιορισμών.

Η εικόνα που προκύπτει από τα στοιχεία δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας. Η δεκαετία που πέρασε άλλαξε ριζικά την καθημερινότητα, με τις ποσότητες τροφίμων να μειώνονται σταθερά και τη διατροφή να καθορίζεται από τις οικονομικές δυνατότητες αντί για τις προσωπικές προτιμήσεις. Η ανάπτυξη που καταγράφεται σε επίπεδο ΑΕΠ δεν αντανακλάται στο οικογενειακό τραπέζι. Αντίθετα, αυτό έγινε πιο φτωχό και πιο περιορισμένο.

Αυτό εγείρει ερωτήματα για το πώς θα εξελιχθεί η ελληνική κοινωνία τα επόμενα χρόνια. Αν η σημερινή εικόνα είναι προσωρινή και οφείλεται σε συγκυριακές πιέσεις, τότε ίσως υπάρξει περιθώριο ανάκαμψης. Αν, όμως, αποτυπώνει μια μόνιμη τάση, τότε μιλάμε για μια νέα κανονικότητα, όπου η μείωση της κατανάλωσης ακόμη και στα πιο βασικά προϊόντα θα αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό. Πίσω από τους δείκτες ανάπτυξης και τις αισιόδοξες προβλέψεις, η κοινωνία εξακολουθεί να μετρά το φαγητό της με το κιλό και το λίτρο. Στην ίδια τη διατροφή αντανακλάται η πιο απτή υπενθύμιση ότι η καθημερινή ζωή εξακολουθεί να είναι δύσκολη.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.